Το Κοινωνικό Ζήτημα - Μία ιστορική αναδρομή
Καθ'ολη την διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπου η κατοχή γης αποτελούσε πηγή κύρους, κοινωνικής και οικονομικής ισχύος ιδιαίτερα μετά την εμφάνιση του φαινομένου της καλλιέργειας της γης (γεωργική επανάσταση). Βάσει της φυσικής ανάγκης για ιεραρχία εντός των ανθρωπίνων κοινωνιών αλλά και αναλογιζόμενοι τον φυσικό νόμο της υποταγής του ανίσχυρου προ του ισχυρού, η κατοχή γης για χιλιάδες χρόνια απετέλεσε το κριτήριο, σύμφωνα με το οποίο δημιουργήθηκε η κοινωνική ελίτ, οι ανώτερες τάξεις της κοινωνίας. Η φεουδαρχική αριστοκρατία λοιπόν, στην Ευρώπη τουλάχιστον, παραδίδει τα ηνία της οικονομίας και της πολιτικής στην αστική τάξη (στους εμπόρους, εφοπλιστές, βιοτέχνες κτλ.) μετά την Γαλλική Επανάσταση και εγκαθιδρύεται ο Κοινοβουλευτισμός ή αλλιώς η Αστική Δημοκρατία. Από πολλούς η Γαλλική Επανάσταση θεωρήθηκε απελευθέρωση από την δουλεία των αριστοκρατών και η αρχή για μια εποχή ελευθεριών, ωστόσο η πραγματικότητα απείχε πολύ από το τελευταίο. Οι εκφραστές της Γαλλικής Επαναστάσεως ισχυρίστηκαν και αληθώς εν μέρει, πως η τελευταία επέτρεψε την διάδοση των ατομικών δικαιωμάτων, την κατάργηση του «μονοπωλίου» της εξουσίας των φεουδαρχών και της κληρονομικής υπόστασης αυτής, με αποτέλεσμα να αρθεί η ταξική στασιμότητα. Παρόλα αυτά σε ταξικά και οικονομικά πλαίσια, η πτώση της ελέω Θεού βασιλείας και της φεουδαρχίας απετέλεσαν το φυσικό επακόλουθο της υπονόμευσης της αριστοκρατίας από την αστική τάξη λόγω της εξαρτήσεως της πρώτης από την τελευταία, κατά τους προηγούμενους αιώνες μέχρι το 1789. Η μετάβαση του πολιτεύματος ήταν απλώς η μεταβίβαση του κεφαλαίου από τους πρώτους στους δεύτερους εντός των παραπάνω πλαισίων. Συνεπώς, η Αστική Δημοκρατία ισοδυναμεί στην πραγματικότητα με άλλη μια ολιγαρχία. Αυτή είναι η λεγόμενη ολιγαρχία του Κεφαλαίου, η οποία ήταν και είναι ο κατεξοχήν εκφραστής του Καπιταλισμού-Φιλελευθερισμού. Το παραπάνω εξάλλου διαφαίνεται και από τις Εθνοσυνελεύσεις της Γαλλικής Επαναστάσεως, όπου όλα τα μέλη εντός αυτής προέρχονταν από την αστική τάξη και ήσαν πλειοψηφικώς ευκατάστατοι.
Έχοντας υπ'όψιν τα παραπάνω μπορούμε ασφαλώς να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι η Αστική Δημοκρατία δεν μπόρεσε ούτε και δύναται γενικώς να αποτελέσει ένα υπερταξικό καθεστώς που θα λύσει το κοινωνικό ζήτημα. Όντας ένα ιδεολόγημα βγαλμένο από τα σπλάχνα της αστικής τάξης φαντάζει απίθανο να ενδιαφερθεί η τελευταία για το γενικό καλό και να μην μεροληπτεί υπέρ του ιδίου συμφέροντος εις βάρος των υπολοίπων ταξικών ομάδων.
Με βάση εξάλλου την καθεστηκυία ιστοριογραφία, ο κομμουνισμός ήτο αποτέλεσμα της εκμεταλλεύσεως των κατώτερων κοινωνικών τάξεων από την ανωτέρα, δηλαδή την αστική, τους αποκληθέντες κεφαλαιοκράτες-καπιταλιστές. Σαφώς, ο μαρξισμός κάθε άλλο στόχο έχει παρά την απελευθέρωση των εργατών από το κεφάλαιο, ειδικά αν γίνει ανασκόπηση των εκφραστών του. Πάραυτα, οι εργάτες πράγματι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες και εργάζονταν σε ακόμα χειρότερες κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ου. Αυτό ακριβώς έσπευσε ο μαρξισμός να εκμεταλλευθεί ώστε να λάβει λαϊκό έρεισμα.
Εν ολίγοις, ο Καπιταλισμός παρήγαγε μιζέρια και με την σειρά του ο μαρξισμός εκμεταλλευόταν την μιζέρια την οποία παρήγαγε ο πρώτος.
Ως απάντηση στο ταξικό πρόβλημα, το οποίο υπήρξε αφορμή για τον κατασπαραγμό των εθνών, εμφανίστηκαν δύο σύγχρονες και συγγενείς ιδεολογίες, ο Φασισμός και ο Εθνικοσοσιαλισμός, οι οποίες διεκδικούν την πραγματοποιήσιμη λύση του κοινωνικού ζητήματος, πρεσβεύοντας όχι την διαμάχη ανάμεσα στις τάξεις, αλλά την συνεργασία αυτών. Επιπρόσθετα, οι δύο ιδεολογίες δημιούργησαν και ένα νέο πολιτειακό σύστημα, το λεγόμενο «ολοκληρωτικό» ή «κυρίαρχο» κράτος.
Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες ιδεολογίες, για να εξαφανιστεί η κρατική μεροληψία, η οποία αποτελεί την αιτία του πολλαπλασιασμού του κοινωνικού αναβρασμού, οι εναλλασσόμενες κομματικές κυβερνήσεις πρέπει να αντικατασταθούν από μια μόνιμη υπερταξική κυβέρνηση καθοδηγούμενη από συγκεκριμένες ιδεολογικές αρχές. Η κυβέρνηση αυτή θα συγκροτείται από ανθρώπους με άριστα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά, προερχόμενοι από κάθε κοινωνική τάξη. Μόνο μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορούσε να απονέμει σε κάθε τάξη αυτό που τις αναλογεί και να μετατρέψει τον παλαιό ταξικό ανταγωνισμό στην μεταξύ τους συνεργασία, η οποία θα επιφέρει ανυπολόγιστα ωφέλη στην ολότητα που ονομάζουμε έθνος.
Σε αυτό το διμερές λοιπόν άρθρο, θα αναλυθεί το πως αντιλαμβάνεται ο Εθνικοσοσιαλισμός την κοινωνική δικαιοσύνη και την οικονομία αλλά και ο τρόπος με τον οποίο επιδιώκει την διευθέτηση του κοινωνικού ζητήματος με την όσο δυνατόν ικανοποιητική ρύθμιση των ταξικών σχέσεων.
Η αντίληψη των Εθνικοσοσιαλιστών περί της οικονομίας
Η οικονομία για τους Εθνικοσοσιαλιστές αποτελεί ένα βοηθητικό μέσο με σκοπό την πραγματοποίηση των κρατικών στόχων, και μάλιστα όχι το σπουδαιότερο. Το κεφάλαιο είναι υπηρέτης του εντός του κράτους διαβιούντος έθνους και όχι το αντίθετο [1]. Πρέπει να σημειωθεί ότι το προέχον δεν είναι τα πλούτη μίας χώρας αλλά οι ψυχικές αρετές του λαού της, κάτω από την σκιά των οποίων μπορεί να επιτευχθεί η οικονομική ανάπτυξη. Όταν η οικονομία καταλαμβάνει ολόκληρη την ζωή ενός λαού και εξαιτίας αυτού καταπιέζονται οι ανώτερες πνευματικές και ψυχικές αρετές, τότε είναι αναμενόμενο πως μια μέρα όλος ο κοινωνικός και κρατικός τομέας μοιραίως θα εκφυλιστούν με αποτέλεσμα να επέλθει και η οικονομική κατάρρευση ή η πτώχευση του λαού ως φυσικό επακόλουθο. [2]
Για να ευδοκιμήσει η οικονομία μιας χώρας πρέπει διαρκώς να παρακινούνται η δραστηριότητα και το πνεύμα επιχειρηματικότητας μεμονωμένων ατόμων, πράγμα το οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω του θεμιτού ανταγωνισμού των οικονομικών δυνάμεων εντός του έθνους. Το κράτος δεν δύναται να αναλάβει στα χέρια του ολόκληρη την οικονομική δραστηριότητα ούτε και να συμπλακεί με την οικονομία. Ο προορισμός του κράτους στον Εθνικοσοσιαλισμό είναι πολύ υψηλότερος και η θέση του δεν βρίσκεται εντός της οικονομίας αλλά υπεράνω αυτής.
Η ατομική οικονομική-παραγωγική δράση θεμελιώνεται επί του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας. Ο Εθνικοσοσιαλισμός αναγνωρίζει την ατομική πρωτοβουλία και ιδιοκτησία, η οποία είναι ίσως και υψηλότερη από την συλλογική, ανταποκρινόμενη προς τον κανόνα της άριστης μειοψηφίας. Ο άμεσος δημιουργός οποιουδήποτε οικονομικού αγαθού, είτε αυτός είναι γεωργός είτε βιοτέχνης είτε ελεύθερος επαγγελματίας, πρέπει να θεωρεί ότι τα αγαθά τα οποία παράγει ανήκουν στον ίδιο ως έργα των χεριών του. Ως ιδιοκτήτης τους, ο παραγωγός προστατεύεται από το κράτος.
Ιδιοκτήτης των κεφαλαίων του, μπορεί να είναι και ένας επιχειρηματίας που κατέχει μια μεγάλη βιομηχανική επιχείρηση, εφόσον όμως ο τελευταίος κάνει καλή χρήση των κεφαλαίων αυτών και ειδικώς εφόσον έχει πλήρη επίγνωση των συμφερόντων της καταναλώσεως και των συνεργατών του, εργατών και υπαλλήλων. Για αυτό τον λόγο τέτοιου είδους ιδιοκτησία πρέπει να υπόκειται σε έλεγχο αλλά επίσης και σε μεγάλο περιορισμό ως προς την απόκτηση και την διάθεση της, ιδίως όταν αυτή καθίσταται εκμεταλλευτικό μέσο και στρέφεται κατά του συμφέροντος του συνόλου. Ο ιδιοκτήτης λοιπόν αυτός, επιτελεί μια δημόσια λειτουργία μέσω τον κεφαλαίων του η οποία, παρά τον ατομικό της χαρακτήρα, αποβλέπει σε κοινωνικούς κυρίως σκοπούς. [3]
Κατά αυτόν τρόπο, θεωρείται απορριπτέα η κατοχή και η συσσώρευση απεριόριστου πλούτου στα χέρια μερικών ολιγαρχών, όπως επίσης και η απόκτηση πλούτου μέσω εμπορικών, τραπεζικών και χρηματιστηριακών τεχνασμάτων (λ.χ. τοκογλυφία, διεθνές δανειακό κεφάλαιο κτλ.). Σχετικά με αυτό, γράφει ο Gottfried Feder: «Το αρπακτικό εμπορικό, τραπεζικό και χρηματιστηριακό πνεύμα, το οποίο μετακινείται από μέρος σε μέρος, και το οποίο καιροφυλακτεί, να αρπάζει το προϊόν του ιδρώτα του άλλων, δεν μπορεί να προβάλλει αξίωση ιδιοκτησίας αυτών που απέκτησε».[4]
Το Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος, όπως προείπαμε, ιστάμενο υπεράνω της οικονομίας, καλείται να διαδραματίσει έναν ενεργό ρόλο στον ανταγωνισμό μεταξύ των οικονομικών δυνάμεων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τον εναρμονισμό των ατομικών οικονομικών συμφερόντων προς εκείνων της ολότητας, θα αναγκάσει τα άτομα να εργαστούν παραγωγικώς και θα εξασφαλίσει εργασία. Επιπλέον, θα εξαφανίσει τα καρκινωματικά στοιχεία που εντοπίζουμε στα σύγχρονα κεφαλαιοκρατικά κράτη από την οικονομία και τέλος θα διαμορφωθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την δημιουργία μιας ανώτερης ηθικής εντός της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω, το κράτος αναλαμβάνει την υπέρτατη ρύθμιση όλων εκείνων που σχετίζονται με την παραγωγή, την κυκλοφορία, την διανομή και την κατανάλωση αγαθών. Το Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος δεν επεμβαίνει απλώς στην οικονομική ζωή αλλά την διευθύνει. Δεν αποκλείεται δηλαδή και αυστηρότερη κρατική επέμβαση αν χρειαστεί στο μέλλον. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι «ο Εθνικοσοσιαλισμός» όπως δήλωσε ο Αδόλφος Χίτλερ στο διάγγελμα του στην Νυρεμβέργη τον Σεπτέμβριο του 1937, «δεν αναγνωρίζει ως δόγμα ούτε την σοσιαλιστική ούτε την ελεύθερη οικονομία. Σε αυτόν υπάρχει μόνο μία «δεσμευμένη οικονομία» (Verpflichtete Wirtschaft), δηλαδή μία οικονομία η οποία είναι στο σύνολο της επιφορτισμένη με το έργο της εξασφαλίσεως στον λαό, των αρίστων συνθηκών διαβίωσης. Εφ'όσον η ελεύθερη δράση των ατομικών δυνάμεων δεν ανταποκρίνεται πλέον σε αυτές τις απαιτήσεις, το κράτος, το οποίο ηγείται της οικονομικής ζωής, έχει την υποχρέωση να επιληφθεί των ζητημάτων αυτών, δίδοντας τις πρέπουσες κατευθύνσεις.»
Ο ίδιος έλεγε αλλού: «Δεν υπάρχουν γνώμες και αντιλήψεις στο πεδίο της οικονομίας οι οποίες να προβάλλουν την αξίωση πως είναι ιερές.[...] Μοναδικό δόγμα είναι ο σκοπός. Τα μέσα δεν δύνανται να λάβουν χαρακτήρα δόγματος και να πέφτουν στα χέρια αποστεωμένων διδασκάλων.» [5]
Παρακάτω στο ίδιο λόγο ο Φύρερ του γερμανικού έθνους επισήμανε «Το νέο κράτος δεν επιθυμεί να γίνει επιχειρηματίας. Επιθυμεί μόνο να ρυθμίζει την συμβολή του εργατικού δυναμικού του έθνους τόσο, όσο χρειάζεται για το καλό της ολότητος. Επίσης, επιθυμεί να επιτηρεί την παραγωγική διαδικασία τόσο, όσο απαιτεί το συμφέρον όλων αυτών που μετέχουν σε αυτήν. Δεν σκέπτεται να «εξυπαλληλίσει» την οικονομική ζωή...» [5]
Εναντίωση στον Μαρξισμό και τον Καπιταλισμό
Ο Εθνικοσοσιαλισμός, πέραν του ιδεολογικού, μεταφυσικού-ηθικού και φιλοσοφικού πεδίου, βρίσκεται σε οξύτατη αντίθεση στο οικονομικό κομμάτι τόσο με τον μαρξισμό αλλά και με τις φιλελεύθερες ιδέες.
Πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι σήμερα αποκαλούν τον Εθνικό Σοσιαλισμό ως «Εθνικό Κομμουνισμό», ως « Φυλετικό Μαρξισμό», ως απλά άλλη μια εκδοχή του μαρξισμού απλώς και μόνο λόγω του δεύτερου συνθετικού του ονόματος της ιδεολογίας. Συνήθως όλοι αυτοί οι «ιδεολογικοί κριτές» και πολιτειολόγοι της τουαλέτας και του σουβλακίου εντάσσονται στον ευρύτερο δεξιό φιλελεύθερο αλλά και αστικοπατριωτικό χώρο. Στον αντίποδα έχουμε τους Μπολσεβίκους οι οποίοι με την, εκτός τόπου και χρόνου, 101 ετών προπαγάνδα τους, προσπαθούν να πείσουν ότι ο «φασισμός» αποτελεί το δεκανίκι του καπιταλιστικού κεφαλαίου και πως σε καμία περίπτωση οι Εθνικοσοσιαλιστές ή οι Φασίστες δεν ήταν σοσιαλιστές. Όλα αυτά θα απαντηθούν διότι για αρκετό καιρό έχουμε ανεχθεί αυτή την παραφιλολογία και πλέον δεν κρίνεται απλώς ορθό ο Εθνικοσοσιαλισμός να υψώσει την φωνή του και τα λάβαρα του, αλλά απαραίτητο.
Ο Gottfried Feder, λοιπόν, αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου «Το Γερμανικό κράτος σε Εθνική και Κοινωνική Βάση»: Η Εθνικοσοσιαλιστική ιδέα δεν είναι επάνοδος σε πατροπαράδοτες αρχές. Σπάει τα δεσμά της μαρξιστικής αντιλήψεως περί διαμορφώσεως κράτους και οικονομίας αφ' ενός, και καταπολεμεί αφ'ετέρου αποφασιστικώς τις μαμωνιστικές* δυνάμεις, τον πανεβραϊκό ιμπεριαλισμό που περιβάλλει την οικουμένη, το πνεύμα δηλαδή της αρπαγής, της εγωπάθειας, της αδιαφορίας.» [6]. Ο Εθνικοσοσιαλισμός επιπλέον καταφερόμενος εναντίον του μαρξισμού απορρίπτει την ταξική πάλη καθώς είναι κάτι εντελώς ασυμβίβαστο με τις ιδέες περί ενωμένου λαού και συνεργασίας των τάξεων. Ακόμη, απορρίπτονται οι διεθνιστικές ιδεοληψίες του μαρξισμού καθώς αντίκεινται στην εθνικοσοσιαλιστική άποψη ότι οι φυλές είναι αυτές οι οποίες διαμορφώνουν την ιστορία και όχι τυχαίες συγκυρίες, αλλά συγκρούονται και με την επιδίωξη της φυλετικής καθαρότητος. Είναι αυτονόητο ότι εφόσον ο Εθνικοσοσιαλισμός στηρίζεται επί ιδεαλιστικής και ρομαντικής βάσεως δεν έχει καμία απολύτως σύνδεση με τον υλισμό που διαπνέει τον μαρξισμό και την υλιστική αντίληψη της ζωής που ο τελευταίος εκφράζει. Ο μαρξισμός εκμεταλλεύεται τα κατώτερα ένστικτα, τα ανθρώπινα πάθη και την ζήλεια των φτωχών και αμόρφωτων προς τον πλούτο των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων. Ο μαρξισμός δεν προωθεί ούτε και εκφράζει πνευματικές αξίες, αλλά ο μόνος του σκοπός είναι η απόκτηση πλούτου και αγαθών δήθεν εκ μέρους των εργατών και αγροτών τους οποίους ιστορικώς φτωχοποίησε και λιμοκτόνησε. Είναι πραγματικώς η ιδεολογία του ΥΠΑΝΘΡΏΠΟΥ. Είναι μια ιδεοληψία που μόνον εντός των ιουδαϊκών σπλάχνων θα μπορούσε να γεννηθεί. Γιατί ο μαρξισμός ούτε τον εργάτη επιθυμεί να σώσει, ούτε την ελευθερία και την ευδαιμονία να εξασφαλίσει, αλλά να κατασπαράξει τα έθνη εκ των έσω, όπως ακριβώς θα έκανε και ένα παράσιτο. Ο μαρξισμός δεν παράγει πολιτισμό ούτε και γενικότερο έργο, αλλά υπάρχει μόνο για να κατακρημνίζει τα έργα των άλλων και έπειτα να αφήνει τους λαούς εντός ενός πνευματικού, κοινωνικού και οικονομικού χάος. Μάλιστα ο Προυντόν (Pierre Joseph Prudhon 1809-1865) στο βιβλίο που έγραψε το 1840 "Qu 'est-ce que la proriete" («Τι είναι η περιουσία»), δηλώνει με θρασύτητα ότι «Η περιουσία είναι κλοπή» ( "la propriete c'est le vol").
Εν προκειμένω, ο παρασιτικός λαός που γέννησε αυτή την εθνοκτόνα ιδεολογία και χαοτική ιδεοληψία, έχει ακριβώς τους στόχους του μαρξισμού, δηλαδή την καταστροφή, και εργάζεται καθημερινώς για να επιτευχθεί αυτό.
Με την ίδια απέχθεια βλέπει ο Εθνικοσοσιαλισμός και τον φιλελευθερισμό. Η φιλελεύθερη οικονομία δεν δύναται να κινείται εντός του κράτους δίχως επιτήρηση και έλεγχο.[7] Συγκεκριμένα, η παραγωγή αγαθών δεν θα πρέπει να γίνεται μόνον βάσει της αποδοτικότητας του τοποθετημένου κεφαλαίου, αλλά με βασικό κριτήριο τις ανάγκες του συνόλου, τις οποίες επιδιώκει μάλιστα να καλύψει. Με λίγα λόγια, δεν πρέπει να παράγονται είδη τα οποία κατά προτίμηση προσφέρουν το ανώτερο επιχειρηματικό κέρδος αλλά εκείνα τα οποία έχουν ανάγκη οι μεγάλες μάζες του λαού. Στην χώρα μας επί παραδείγματι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο να ανοίγουν παντού μαγαζιά έτοιμου φαγητού (fast food) και καφετέριες ενώ ταυτόχρονα ο επιχειρηματικός κόσμος γύρω τους καταρρέει. Βλέπουμε χιλιάδες επιχειρήσεις όλων των παραγωγικών τομέων να χρεοκοπούν και τελικώς να κλείνουν αλλά αντιθέτως οι προαναφερθείσες μη ζωτικές και μη παραγωγικές επιχειρήσεις να ευδαιμονούν και αν όχι, απλώς να διατηρούν σταθερά τα κέρδη των λόγω φθηνού και ανθυγιεινού αλλά κερδοφόρου φαγητού. Η χώρα μας επίσης λόγω των φιλελεύθερων πολιτικών, κατήντησε να βασίζει την οικονομία της στον τριτογενή τομέα. Η Ελλάδα αποτελεί ένα έθνος υπηρετών, έτοιμο να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε μεγαλοαστούς και αστούς που έρχονται από όλο τον κόσμο για να κάνουν τις διακοπές τους. Η «ιδιοφυής» ιδέα των Ελλαδιτών πολιτικών και των ντόπιων χρηματανθρώπων να καταστήσουν τον τουρισμό την βασική πηγή εσόδων του κράτους μας μπορεί να χαρακτηριστεί το αντίθετο της αυτάρκειας και εκτός αυτού αποτελεί (ή θα έπρεπε να αποτελεί) και κάτι το ντροπιαστικό για έναν Έλληνα εθνικιστή. Είδαμε εξάλλου ποια τα αποτελέσματα της παραπάνω πολιτικής αφενός σε μία κρίση (λ.χ. Κορονοϊός) και το πόσο εύθραυστη είναι μια τέτοια οικονομία, αφετέρου δε τα γλοιώδη παρακάλια των πολιτικών και των ξενοδόχων για να έρθουν ξένοι στην χώρα μας, χωρίς να υπολογίζουν την διασπορά που ίσως έχει ο «τρομερός ιός» με την άφιξη τόσων χιλιάδων ανθρώπων από τόσες διαφορετικές χώρες. Φαίνεται πως ο Γάλλος και ο Γερμανός θα κάνει τις διακοπές του, ενώ ο Έλληνας θα φάει μετά το καλοκαίρι άλλη μία καραντίνα λόγω «κρουσμάτων» και «θανάτων».
Τα προαναφερθέντα προβλήματα δύνανται να επιλυθούν εύκολα εντός μίας ελεγχόμενης Εθνικοσοσιαλιστικής οικονομίας. Ειδικώς, κατά αντίθεση με τις φιλελεύθερες αντιλήψεις, ο Εθνικοσοσιαλισμός είναι υπέρ της ρυθμίσεως και της συνεχούς παρακολούθησης των τιμών από την πλευρά του κράτους, όπως επίσης και της κατεύθυνσης των κεφαλαίων. Με αυτό συνεπάγεται ακόμη, πως οι τιμές των αγαθών και ο τόκος των κεφαλαίων δεν πρέπει να διέπονται μόνο από την σχέση της προσφοράς και της ζήτησης, άρα οι τράπεζες και εν γένει το εμπόριο δεν θα πρέπει να καθοδηγούνται αποκλειστικώς από την κερδοσκοπία και την ιδιοτέλεια. Το κυριότερο όλων όμως, είναι πως οι Εθνικοσοσιαλιστές σιχαίνονται τον φιλελευθερισμό διότι αυτός ήτο αυτός που επέτρεψε την εμφάνιση του μαρξισμού αλλά και τον εξέθρεψε. Επίσης ο φιλελευθερισμός αποτελεί την αιτία της σύγχρονης κεφαλαιοκρατίας. Οι φιλελεύθεροι φυσικά δεν είναι ανόητοι... Γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν. Θα αναρωτηθεί κανείς «Για ποιον λόγο πράττουν όλα αυτά;». Η απάντηση είναι απλή. Γιατί είναι χρηματάνθρωποι, άψυχοι και χωρίς αξίες. Μοναδικό τους κίνητρο η κερδοσκοπία. Οι περισσότεροι εκπρόσωποι του φιλελευθερισμού εξάλλου ανήκουν στις ανώτερες αστικές τάξεις. Από την άλλη βέβαια έχουμε και τους ανόητους, οι οποίοι δεν γνωρίζουν πραγματικά τι είναι ο φιλελευθερισμός και συνήθως είναι πατριώτες. Πολλές φορές αυτά τα άτομα υποστηρίζουν τον τελευταίο επειδή βλέπουν πως είναι μια έννοια γενικώς αποδεκτή (mainstream), αλλά είναι και μπερδεμένοι μεταξύ του διπόλου Δεξιάς-Αριστεράς, το οποίο για εμάς δεν υφίσταται.
Στο επόμενο μέρος του άρθρου θα αναλύσουμε την κοινωνική πολιτική και τα μέτρα που έλαβε η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία για την επίλυση καίριων κοινωνικών προβλημάτων.
Σημειώσεις:
* Ο όρος Μαμμωνισμός συνιστά την άπληστη απόκτηση πλούτου, την φιλαργυρία, την κερδοσκοπία και την αφοσίωση ενός ανθρώπου στην απόκτηση υλικών αγαθών, απόκτηση χρημάτων ως σκοπός ζωής.
Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τον Μάμωνα, μία δαιμονική οντότητα στην Αγία Γραφή που ήτο συνδεδεμένη με τον πλουτισμό.
Πηγές:
•Αποσπάσματα από το βιβλίο του Δημοσθένη Στεφανίδη «Το Κοινωνικό Ζητημα υπό το φως του γερμανικού Εθνικοσοσιαλισμού» εκδ. Ελεύθερη Σκέψη, 1989
[1] Α. Χίτλερ «Ο Αγών μου» τόμος Ι, 1925, Κεφάλαιο Όγδοο (8), σελ.186, εκδ. Zentralverlag der NSDAP "Franz Eher Nachf., Μόναχο 1925, Μεταφρ. Δ.Π.Κωστελένου
«Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν το καθήκον του κράτους απέναντι στο κεφάλαιο ήταν τελείως ξεκάθαρο και απλό: Έπρεπε να έχει στραμμένη την προσοχή του προς αυτό, έτσι που να μην το αφήσει να γίνει κυρίαρχο του έθνους αλλά να παραμείνει στην υπηρεσία τού κράτους. Αυτή η θέση μπορεί να στηριχθεί πάνω επί των ακόλουθων κανόνων: Πρώτον εγκαθίδρυση μίας εθνικής οικονομίας, ανεξάρτητης και βιώσιμης, και δεύτερον, εξασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένου.»
[2] ιδέ ανωτέρω, σελ.189
[3] Franz Wieacker, Wandlungen der Eigentumsverfassung, Hamburg 1935, Hanseatische Verlagsanstalt
[4] "Der Deutsche Staat auf nationaler und sozialer Grundlage: neue Wege in Staat, Finanz und Wirtschaft", Gottfried Feder ("The German State on a National and Social basis"), 1923
[5] Ομιλία Αδόλφου Χίτλερ στο Ράιχσταγκ 30.1.1937
[6] "Der Deutsche Staat auf nationaler und sozialer Grundlage: neue Wege in Staat, Finanz und Wirtschaft", Gottfried Feder ("The German State on a National and Social basis"), 1923, σελ. 4-5 «Εισαγωγή»
[7] Αδόλφος Χίτλερ ομιλία προς το Ράιχσταγκ, 30.1.1937
«Η οικονομία δεν δύναται να δρα κατά τις δικές της αντιλήψεις και για την εξυπηρέτηση μόνον ιδιοτελών συμφερόντων, πολύ περισσότερο δεν είναι σε θέση να επωμισθεί μόνη σήμερα τις συνέπειες των δικών της σφαλμάτων. Η σύγχρονη οικονομική εξέλιξη συγκεντρώνει τεράστιες εργατικές μάζες σε ορισμένους παραγωγικούς κλάδους και ορισμένες περιοχές. Νέες εφευρέσεις ή απώλεια των αγορών και αναλώσεως μπορούν να εξοντώσουν με μιάς ολόκληρες επιχειρήσεις. Και οι μεν επιχειρηματίες μπορούν να βρουν αλλού πόρους ζωής. Τι συμβαίνει όμως με τις εκατοντάδες χιλιάδες εργατών με τις συζύγους τους και τα παιδιά τους; Ποιος φροντίζει για αυτούς ; Η λαϊκή κοινότητα (Volksgemeinschaft) απαντά: «Ο Εθνικοσοσιαλισμός». Κανείς όμως δεν μπορεί να αξιώνει να φέρει μόνο η λαϊκή κοινότητα τις συνέπειες των οικονομικών καταστροφών, χωρίς να έχει το δικαίωμα της επιτητήσεως της οικονομίας, με την οποία ίσως θα μπορούσε να αποφευχθεί η καταστροφή»